Κλεισμένη χρόνια τώρα, σε τούτη τη φυλακή που είναι το σώμα μου, κάθε μέρα δεν μπορώ παρά να αναλογίζομαι, τη ζωή που δεν έχω.
Καρέ καρέ περνούν από μπροστά μου, οι εφιαλτικές στιγμές της πτώσης μου. Εκεί όπου η χαρά κατέληξε σε τραγωδία, που μου στέρησε την κινητικότητα και με καθήλωσε σε ένα κρεβάτι. Εδώ είναι πια ο κόσμος μου, εδώ είναι το σπίτι μου, εδώ είναι το μέλλον μου.
Τα σεντόνια μου, πάντα καθαρά και ατσαλάκωτα, οι φίλοι μου, οι συγγενείς μου, με φροντίζουν, με επισκέπτονται τακτικά. Δε λέω. Μα εγώ, όσο και να τους αγαπούσα, τώρα, δε θέλω να τους βλέπω. Με κάνουν και λυπάμαι βαθιά. Μου θυμίζουν όλα εκείνα τα Κυριακάτικα μεσημέρια, που το ραδιόφωνο έπαιζε όμορφα τραγούδια και το σπιτικό μου μύριζε καλομαγειρεμένο φαγητό, μήλο και κανέλα. Έτσι, όταν έρχονται, προσποιούμαι πως πονάω αφόρητα – πράγμα που δεν αληθεύει, γιατί είμαι σε καταστολή. Προτιμάω να γλιστράω στη φαντασία μου. Να σκέφτομαι όλα εκείνα τα ταξίδια που ήθελα να κάνω μα δεν πρόλαβα.
Βλέπω τον εαυτό μου μέσα σε ένα μπορντό βελούδινο φόρεμα, που δεν πρόκειται να φορέσω ποτέ, να κρατάω το χέρι του αγαπημένου μου, που κάθεται στο διπλανό κάθισμα, μέσα στην Όπερα της Βιέννης, πριν αρχίσει η παράσταση. Κοιταζόμαστε με προσμονή και η παιδικότητα φωτίζει τα μάτια μας.
Τα μάτια μας, με προσγειώνουν ξανά στο τώρα, γιατί με τον αγαπημένο μου, δεν μοιραζόμαστε διπλανά καθίσματα. Ούτε και το ίδιο κρεβάτι. Δεν κοιταζόμαστε παιχνιδιάρικα στα μάτια. Η θλίψη, τα έχει θαμπώσει, γι’ αυτό αποφεύγουμε να κοιταζόμαστε. Εκείνος μόνος του, στο καθήκον της φροντίδας μου κι εγώ, να πνίγομαι από την επιθυμία μου να τον αγκαλιάσω και να μην μπορώ.
Να υπήρχε ένας τρόπος, να σταματήσω τις σκέψεις και τα συναισθήματα. Πού θα πάει; Θα γίνει κι αυτό. Όταν το σώμα παγώνει, η ψυχή ακολουθεί. Μόνη μου πολυτέλεια κι ένδειξη ζωής, το ότι μπορώ να υπαγορεύω στον υπολογιστή κι αυτός να καταγράφει τα ίχνη ζωής που έχουν απομείνει μέσα μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου