Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Πού πάνε οι χαμένες κάλτσες του πλυντηρίου;

 

Μια μέρα που η μαμά μου άπλωνε τη μπουγάδα μας, μονολογούσε:

«Μα που στην ευχή πάνε οι κάλτσες; Κάθε φορά που βάζω πλυντήριο, χάνονται και μερικές».

Δεν ήταν η πρώτη φορά που την άκουσα να αναρωτιέται για το ίδιο πράγμα, κι επειδή την αγαπώ πολύ, δε θέλω να ανησυχεί για τίποτα. Δουλεύει τόσες ώρες και κουράζεται πολύ για να μας φροντίσει. Ήθελα κι εγώ, να κάνω κάτι γι’ αυτή. Σκέφτηκα λοιπόν, να γίνω ο ήρωας που θα ανακάλυπτε που πηγαίνουν οι κάλτσες!

Την επόμενη μέρα, στάθηκα μπροστά στο γεμάτο πλυντήριο που δούλευε. Για την ακρίβεια, κόλλησα τη μούρη μου στη στρογγυλή του πόρτα, που μοιάζει με παράθυρο καραβιού ή διαστημόπλοιου και προσπάθησα να εντοπίσω αν έχει μέσα κάλτσες.

Κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, γιατί χοροπηδούσε ολόκληρο, αφού ο κάδος του γύρναγε σαν τρελός κι οι αφροί από το απορρυπαντικό ήταν σαν σύννεφα που θολώνανε το τοπίο. «Δεν πειράζει» σκέφτηκα. «Αν έχει μέσα κάλτσες, εγώ θα μείνω εδώ, να παρακολουθήσω, μην τυχόν ξεφύγει καμία».

Όταν, μετά από πολύ ώρα, η μαμά με βρήκε στο μπάνιο, προσποιήθηκα πως έπλενα τα χέρια μου, γιατί δεν ήθελα να καταλάβει κάτι. Ήθελα να της κάνω έκπληξη. Όταν πια θα είχα λύσει τον γρίφο. Μέχρι στιγμής όμως, κανένα καλτσάκι δεν ήταν ύποπτο!

Έπρεπε να φύγω για το σχολείο κι έτσι, όταν γύρισα, η μαμά είχε απλώσει και μαζέψει τα ρούχα κι ετοιμαζόταν να σιδερώσει. Ήθελα να της κάνω παρέα, για να δω, τα κατάφερα; Φύλαξα καλά τις κάλτσες ή πάλι θα ψάχναμε μερικές;

Κάθισα ήσυχος δίπλα στη μητέρα μου, κάνοντας πως παίζω με τα αυτοκινητάκια. Όταν η μαμά τελείωνε το σίδερο, είπε πάλι: “Αμάν πια! Θα τρελαθώ! Πώς  χάνονται αυτές οι κάλτσες»;

Επειδή όπως καταλαβαίνετε, δε θέλω η μαμά να τρελαθεί, την επόμενη φορά που έβαλε πλυντήριο, κάθισα πάλι μπροστά του. Αυτή τη φορά πάνω σε ένα σκαμνάκι, για να είμαι πιο βολικά, μην τυχόν και μου ξεφύγει τίποτα!

Ήταν λίγο βαρετό, δε λέω… Έτσι, άρχισα να φαντάζομαι πως βλέπω μέσα από ένα φιλιστρίνι καραβιού, ισπανική γαλέτα ήταν, που είχε βυθιστεί. Το εσωτερικό του πλυντηρίου, ήταν ο βυθός, οι κάλτσες τα φύκια και τα υπόλοιπα ρούχα τα ψάρια. Έβγαζαν μπουρμπουλήθρες από το στόμα τους κι η θάλασσα άφριζε.

Όταν με κούρασε ο βυθός, αποφάσισα πως είμαι αστροναύτης. Μέσα από το παράθυρο του σκάφους μου, έβλεπα τον γαλαξία «Μπουγαδίξ», με νεφελώματα που άλλαζαν σχέδια και στροβιλίζονταν στο σύμπαν. Οι κάλτσες αιωρούνταν χαριτωμένα, από την έλλειψη βαρύτητας. Εγώ, με το σκάφανδρο στο κεφάλι, άκουγα το βουητό του πλυντηρίου σαν κοσμικό βόμβο.

Προσγειώθηκα απότομα στη γη, όταν η μαμά με φώναξε. Άφησα το πλυντήριο, για να πάω κοντά της. Είχα όμως το νου μου, μη τυχόν και το σκάσει κανένα καλτσάκι. Έτσι, κρυφοκοίταγα προς το μπάνιο. Η μαμά υποψιάστηκε, πως κάποια σκανταλιά είχα στήσει. Με ρώτησε λοιπόν συνωμοτικά: «τι τρέχει»; Εγώ, απέφυγα να της απαντήσω.

Περίμενα τη στιγμή που θα ξαναέστηνε τη σιδερώστρα και κάθισα πάλι δίπλα της με αγωνία. Θα έλειπαν πάλι κάλτσες; Μόλις η μαμά τέλειωσε το σιδέρωμα, αυτή τη φορά, αναφώνησε, φανερά ικανοποιημένη: «Τώρα μάλιστα! Όλες οι κάλτσες είναι ταιριασμένες»!

Εγώ, περήφανος της είπα: «Πώς κι έγινε αυτό; Λύθηκε τελικά το μυστήριο»;

Εκείνη, με κοίταξε τρυφερά στα μάτια και είπε: «Εμ, βέβαια! Αφού στάθηκες ακοίμητος φρουρός μπροστά στο πλυντήριο! Δε σου ξέφυγε καμία»! 

     Χάνετε και εσείς κάλτσες μέσα από το πλυντήριο ρούχων; Αν ναι... δείτε που πάνε! (βίντεο)

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου